Κυριακή 22 Οκτωβρίου 2023

ΔΠρΑθ 4978/2022,αποζημιωση απο νομιμη πραξη

 




Ευθύνη του Δημοσίου προς καταβολή εύλογης χρηματικής ικανοποίησης λόγω ψυχικής οδύνης σε περίπτωση θανάτου τρίτου προσώπου από νόμιμη πράξη των αστυνομικών οργάνων στο πλαίσιο αστυνομικής επιχείρησης για τη σύλληψη κακοποιών



ΔΠρΑθ 4978/2022, Τμήμα 25ο Τριμελές

Πρόεδρος: Σταυρούλα Χατζοπούλου, Πρόεδρος Πρωτοδικών ΔΔ

Εισηγήτρια: Αναστασία Πούλου, Πρωτοδίκης ΔΔ



Αγωγή με αίτημα να αναγνωρισθεί η υποχρέωση του εναγόμενου Ελληνικού Δημοσίου, να καταβάλει νομιμοτόκως σε έκαστο των εναγόντων, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 105 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα σε συνδυασμό με το άρθρο 932 του Αστικού Κώδικα, χρηματική ικανοποίηση για την αποκατάσταση της ψυχικής οδύνης που υπέστησαν εξαιτίας του θανάτου της A.Z. (τέκνου του πρώτου και της δεύτερης των εναγόντων και αδελφής του τρίτου και του τέταρτου των εναγόντων, αντιστοίχως), ο οποίος προκλήθηκε από παράνομες, κατά τους ισχυρισμούς τους, πράξεις και παραλείψεις αστυνομικών οργάνων. Επικουρικώς, σε περίπτωση που τα όργανα του εναγομένου ενήργησαν νομίμως, το αγωγικό αίτημα θεμελιώνεται στο άρθρο 4 παρ. 5 του Συντάγματος.

Το άρθρο 4 παρ. 5 του Συντάγματος, σύμφωνα με το οποίο, «Οι Έλληνες πολίτες συνεισφέρουν χωρίς διακρίσεις στα δημόσια βάρη, ανάλογα με τις δυνάμεις τους», έχει αναγάγει σε συνταγματικό κανόνα την ισότητα ενώπιον των δημοσίων βαρών, συνιστά δε, συγχρόνως, διάταξη, στην οποία θεμελιώνεται η αποζημιωτική ευθύνη του Δημοσίου από πράξεις των οργάνων του που προκαλούν ζημία (βλ. ΣτΕ 3783/2014). Η διάταξη αυτή επιτάσσει την αποκατάσταση της ζημίας, που υφίσταται κάποιος χάριν του δημοσίου συμφέροντος, όπως αυτό εκάστοτε προσδιορίζεται από τα αρμόδια όργανα της Πολιτείας, εφ’ όσον η ζημία αυτή είναι μη αναμενόμενη, πέραν της συνήθους και υπερβαίνει τα όρια της θυσίας, στην οποία είναι ανεκτό από την έννομη τάξη να υποβάλλονται οι πολίτες χάριν του δημοσίου συμφέροντος. Από την ανωτέρω διάταξη συνάγεται λοιπόν ευθέως ότι δύναται να ανακύψει ευθύνη του Δημοσίου προς αποκατάσταση και ζημίας, την οποία υφίσταται κάποιος από νόμιμη, κατ’ αρχήν, ενέργεια των οργάνων του Δημοσίου. Με τις ίδιες προϋποθέσεις μπορεί να επιδικασθεί εύλογη χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης (βλ. ΣτΕ 622/2021, ΔΕφΑθ 1793/2021). Σε περίπτωση λοιπόν που, συνεπεία νόμιμης εκτέλεσης αστυνομικής επιχείρησης για τη σύλληψη κακοποιών, επέλθει θάνατος τρίτου, μη εμπλεκόμενου στην υπόθεση προσώπου, δηλαδή ζημία μη οφειλόμενη σε παρεμβαλλόμενη παράνομη πράξη ή παράλειψη, ανακύπτει ευθέως εκ του άρθρου 4 παρ. 5 σε συνδυασμό και με το άρθρο 25 παρ. 4 του Συντάγματος, με το οποίο καθιερώνεται η αρχή της κοινωνικής αλληλεγγύης των πολιτών, ευθύνη του κράτους προς εύλογη χρηματική ικανοποίηση των οικείων του θανόντος λόγω ψυχικής οδύνης. Τούτο δε διότι, στις περιπτώσεις αυτές, η προκαλούμενη από την πραγματοποίηση της αστυνομικής επιχείρησης βλάβη συνιστά υπέρμετρη θυσία για τους ενάγοντες (προσβολή του δικαιώματος στη ζωή μέλους της οικογένειάς τους), χάριν του συμφέροντος του κοινωνικού συνόλου (βλ. ΣτΕ 622/2021).

Στην προκειμένη περίπτωση, σύμφωνα με τα στοιχεία του φακέλου της δικογραφίας, εν μέσω καταδίωξης στην επαρχιακή οδό Κορίνθου-Επιδαύρου και ένοπλης συμπλοκής αστυνομικών δυνάμεων με κακοποιούς που επέβαιναν σε κλεμμένο όχημα και, όπως εκτιμήθηκε, συγκαταλέγονταν μεταξύ των κακοποιών οι οποίοι είχαν προσφάτως τότε αποδράσει από το κατάστημα κράτησης Τρικάλων, τραυματίστηκε σοβαρά στη ράχη από βολίδα των κακοποιών η Α.Ζ., θυγατέρα και αδελφή των εναγόντων, αντιστοίχως, την ώρα που διερχόταν από το σημείο με το αυτοκίνητό της. Η τραυματίας μεταφέρθηκε στο Γενικό Νοσοκομείο Κορίνθου, όπου απεβίωσε κατά τις πρώτες πρωινές ώρες της επόμενης ημέρας με αιτία θανάτου κακώσεις κοιλίας που είχαν προκληθεί από βολίδα πυροβόλου όπλου. Σύμφωνα με την έκθεση πορίσματος της Ένορκης Διοικητικής Εξετάσεως η οποία διεξήχθη στη συνέχεια με αντικείμενο τις συνθήκες τραυματισμού της θανούσας, οι αστυνομικοί της Διεύθυνσης Άμεσης Δράσης, που είχαν συμμετάσχει στην καταδίωξη είχαν επιδείξει ζήλο και επαγγελματισμό κατά την εκτέλεση των υπηρεσιακών τους καθηκόντων χωρίς να υποπέσουν σε υπερβολές ή παραλείψεις, γι’ αυτό και με απόφαση του Γενικού Αστυνομικού Διευθυντή Αττικής η υπόθεση τέθηκε στο αρχείο ως προς το πειθαρχικό σκέλος της.

Το Δικαστήριο, εν πρώτοις, απέρριψε την αγωγή ως προς την κύρια βάση της, η οποία συνάπτεται με τη συνδρομή παράνομης συμπεριφοράς των αστυνομικών οργάνων που οδήγησε στον θάνατο της Α.Ζ., με το σκεπτικό ότι όμοια αγωγή των εναγόντων είχε ήδη απορριφθεί, ως αβάσιμη στην ουσία της, σε πρώτο και δεύτερο βαθμό (απόφαση 13708/2017 του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών και απόφαση 3182/2019 του Τριμελούς Διοικητικού Εφετείου Αθηνών).

Κατά δεύτερον, ως προς την επικουρική βάση της αγωγής, δηλαδή την υποχρέωση του εναγόμενου Ελληνικού Δημοσίου να καταβάλει αποζημίωση κατ’ ευθεία εφαρμογή του άρθρου 4 παρ. 5 του Συντάγματος, ανεξαρτήτως της συνδρομής παράνομων πράξεων ή παραλείψεων των οργάνων του, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι ο θάνατος της συγγενούς των εναγόντων είχε επέλθει κατά την ανταλλαγή πυροβολισμών μεταξύ αστυνομικών και καταδιωκόμενων υπόπτων στα πλαίσια αστυνομικής επιχείρησης για τη σύλληψή τους, ήτοι κατά την εξέλιξη της νόμιμης και εντός των ορίων της διακριτικής τους ευχέρειας διοικητικής δράσης των αστυνομικών οργάνων προς εξασφάλιση της κοινωνικής ειρήνης και προστασίας των πολιτών. Και ναι μεν, από τα στοιχεία της δικογραφίας προέκυπτε ότι η θανούσα είχε τραυματιστεί από βολίδα προερχόμενη από το όπλο ενός εκ των καταδιωκόμενων δραστών, η οποία είχε εξοστρακιστεί στο οδόστρωμα, ωστόσο, το συμβάν αυτό δεν ήταν άσχετο με την καθ’ όλα νόμιμη επιχειρησιακή απόφαση των αστυνομικών οργάνων να καταδιώξουν το όχημα των υπόπτων, γνωρίζοντας ότι αυτοί έφεραν βαρύ οπλισμό, αλλά εγγραφόταν στην αιτιώδη τροχιά που αυτή είχε προδιαγράψει (πρβλ. ΣτΕ 1704/2019 σκ.12, 484/2018 σκ. 9), ενώ τελούσε σε άμεση χρονική και τοπική εγγύτητα με την ανταλλαγή πυροβολισμών μεταξύ αστυνομικών και υπόπτων που ακολούθησε (πρβλ. ΣτΕ 774/2019, 322/2009). Περαιτέρω, ως αποτέλεσμα της εξέλιξης της ως άνω νόμιμης δράσης των οργάνων του εναγομένου, οι ενάγοντες υπέστησαν βαθύτατη ψυχική οδύνη από τον αιφνίδιο θάνατο της συγγενούς τους, με την οποία συνδέονταν με δεσμούς αγάπης. Ενόψει τούτων, το Δικαστήριο έκρινε ότι ως άνω βλάβη των εναγόντων, υπό την ειδικότερη μορφή της ψυχικής οδύνης λόγω της προσβολής του υπέρτατου εννόμου αγαθού της ζωής της συγγενούς τους, ήταν μη αναμενόμενη, έβαινε πέραν του συνήθους μέτρου και συνιστούσε υπέρμετρη θυσία την οποία είχαν υποστεί χάριν του συμφέροντος του κοινωνικού συνόλου και δη προς διασφάλιση της κοινωνικής ειρήνης και της ασφάλειας από τη σύλληψη των κακοποιών, με αποτέλεσμα, εν προκειμένω, να συντρέχει ευθύνη του εναγομένου Ελληνικού Δημοσίου βάσει του άρθρου 4 παρ. 5 του Συντάγματος προς αποκατάσταση αυτής, μέσω της καταβολής εύλογης χρηματικής ικανοποίησης.

Εν συνεχεία, το Δικαστήριο, κατά μερική αποδοχή της αγωγής, επιδίκασε χρηματική ικανοποίηση λαμβάνοντας υπόψη: α) τις συνθήκες θανάτου της συγγενούς των εναγόντων, η οποία είχε αποβιώσει στο δρόμο της επιστροφής από την εργασία της συνεπεία εποστρακισμού σφαίρας κακοποιού, από τον εξοστρακισμό σφαίρας κακοποιού, β) την ηλικία αυτής κατά το χρόνο του θανάτου της (25 ετών), γ) το βαθμό συγγένειας των δύο πρώτων (γονείς) και των τρίτου και τετάρτου (αδελφών) των εναγόντων με το θύμα, δ) την ηλικία των εναγόντων κατά τον κρίσιμο χρόνο (55 ετών ο πρώτος, 52 ετών η δεύτερη, 27 ετών ο τρίτος και 15 ετών ο τέταρτος), ε) τους δεσμούς αγάπης που συνέδεαν άπαντες των εναγόντων με τη θανούσα, στ) τις σύμφυτες με την καταδίωξη ομάδας οπλισμένων κακοποιών δυσκολίες που αντιμετωπίζει η αστυνομία κατά την άσκηση των καθηκόντων, ζ) το γεγονός ότι ο θάνατος της συγγενούς των εναγόντων είχε προέλθει από τον εποστρακισμό στο οδόστρωμα σφαίρας καταδιωκόμενου κακοποιού κατά τη διάρκεια ανταλλαγής πυροβολισμών μεταξύ αυτού και των αστυνομικών και τέλος, η) το γεγονός ότι η χρηματική ικανοποίηση για ψυχική οδύνη αποσκοπεί στην ηθική παρηγοριά και την ψυχική ανακούφιση των συγγενών και δεν πρέπει να οδηγεί σε υπέρμετρο πλουτισμό αυτών, κρίνει ότι οι ενάγοντες υπέστησαν βαθύτατη ψυχική οδύνη από το θάνατο της συγγενούς του

ΔΠρΑθ, 2622/2021,Προσβολή δικαιώματος στην προσωπικότητα,αποζημιωση,TΕΚΝΟΠΟΙΗΣΗ




 Αγωγή για καταβολή χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, κατ’ επίκληση των άρθρων 105 και 106 του ΕισΝΑΚ σε συνδυασμό με τα άρθρα 932 και 57 – 59 του ΑΚ. Προσβολή δικαιώματος στην προσωπικότητα, που περιλαμβάνει και την ελευθερία απόφασης για τεκνοποίηση

ΔΠΑ 2622/2021 ΤΡΙΜΕΛΕΣ 28
Αγωγή για καταβολή χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, κατ’ επίκληση των άρθρων 105 και 106 του ΕισΝΑΚ σε συνδυασμό με τα άρθρα 932 και 57 – 59 του ΑΚ. Προσβολή δικαιώματος στην προσωπικότητα, που περιλαμβάνει και την ελευθερία απόφασης για τεκνοποίηση. Οι ενάγοντες επικαλέστηκαν ότι η προσβολή αυτή επήλθε με μόνη την εξαγωγή και ανακοίνωση σε αυτούς εσφαλμένων και πλημμελών αποτελεσμάτων διαγνωστικών εξετάσεων μοριακού γενετικού ελέγχου για αιμοσφαιρινοπάθειες και μεσογειακά σύνδρομα από το εναγόμενο, εξαιτίας των οποίων αυτοί, πλανηθέντες ως προς την πραγματική κατάσταση της υγείας του ενός ενάγοντος, έλαβαν την απόφαση να τεκνοποιήσουν, με επακόλουθο να γεννηθούν και τα δύο τέκνα τους με την κληρονομική νόσο της μεσογειακής αναιμίας.
Από το συνδυασμό των διατάξεων του α.ν. 1565/1939, του Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας (ν.3418/2005), των άρθρων 105 και 106 του Εισ.Ν.Α.Κ. και των άρθρων 57, 59 και 932 του Α.Κ., συνάγεται ότι ευθύνη ν.π.δ.δ. προς καταβολή εύλογης χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης στοιχειοθετείται και στην περίπτωση που όργανο του ν.π.δ.δ. διενεργεί διαγνωστική ιατρική πράξη σε ασθενή (δηλαδή σε κάθε χρήστη των υπηρεσιών υγείας) κατά παράβαση των γενικά αποδεκτών κανόνων και μεθόδων της ιατρικής επιστήμης, αν ο ασθενής υποστεί προσβολή της προσωπικότητάς του σε οποιαδήποτε από τις επί μέρους εκφάνσεις της (όπως το δικαίωμα στην οικογενειακή ζωή και σε ορισμένες προεκτάσεις του, μεταξύ των οποίων η ελεύθερη επιλογή ή μη της τεκνοποίησης πρβλ. Α.Π. 10/2013) από την πιο πάνω πράξη, ανεξάρτητα αν αυτή οφείλεται ή όχι σε υπαιτιότητα του εν λόγω οργάνου. Η σχετική, δε, αξίωση του ασθενούς είναι αυτοτελής σε σχέση με την αξίωσή του για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης που συνίσταται σε βλάβη της υγείας του, προκαλούμενη από ιατρική πράξη που διενεργείται κατά παράβαση των κανόνων της ιατρικής επιστήμης (πρβλ. ΣτΕ 717/2018, 3292/2017, 1326/2017, ΑΠ 10/2013).
Πραγματικά περιστατικά. Νομιμότητα αποδεικτικών μέσων. Πραγματογνωμοσύνη. Στην προκείμενη περίπτωση, ακολουθήθηκαν όλα τα στάδια διάγνωσης αιμοσφαιρινοπαθειών, σύμφωνα με τις διεθνείς κατευθυντήριες οδηγίες. Η ανεύρεση της μετάλλαξης (…) στο β΄ ενάγοντα ήταν συμβατή με τα αιματολογικά του αποτελέσματα και δεν υπήρχε επιστημονικά τεκμηριωμένη ένδειξη για περαιτέρω μοριακό έλεγχο, σύμφωνα με τις διεθνείς, ευρωπαϊκές και εθνικές κατευθυντήριες οδηγίες. Με βάση τα ευρήματα αυτά, ο μέσος συνετός ιατρός ή γενετιστής δεν θα μπορούσε να οδηγηθεί στην αναζήτηση και της έτερης μετάλλαξης που τελικά διαπιστώθηκε εκ των υστέρων, λόγω του ότι η συνύπαρξη της ως άνω ευρεθείσας αρχικά μετάλλαξης με την τελευταία είναι εξαιρετικά σπάνια και δεν αναφέρεται σε συγγράμματα ή κατευθυντήριες οδηγίες. Επομένως, η παράλειψη διενέργειας πλήρους προληπτικού μοριακού γενετικού ελέγχου του δεύτερου ενάγοντος κατά την αρχική του εξέταση δεν είναι παράνομη, με την έννοια ότι δεν συνιστά παράβαση των γενικά αποδεκτών κανόνων και μεθόδων της ιατρικής επιστήμης, και, για το λόγο αυτό, δεν καθιστά εσφαλμένα και πλημμελή τα αποτελέσματα του εν λόγω ελέγχου, ως διαγνωστικής ιατρικής πράξης. Συνακόλουθα, η εξαγωγή και ανακοίνωση στους ενάγοντες των ανωτέρω ορθών και νόμιμων αποτελεσμάτων δεν δύναται να θεμελιώσει ευθύνη του εναγόμενου, κατά τα άρθρα 105 - 106 του Εισ.Ν.Α.Κ. σε συνδυασμό με τα άρθρα 932 και 57 – 59 του Α.Κ., για καταβολή σε αυτούς εύλογης χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης και λόγω παράνομης προσβολής του δικαιώματός τους στην προσωπικότητα, που περιλαμβάνει και την ελευθερία απόφασης για τεκνοποίηση.

ΔΕφ. Αθ.: 873/2022, αντισυνταγματικότητα διατάξεων

 



Διοικ. Εφ. Αθηνών, Αριθμός Απόφασης: 873/2022 (Τμήμα 5ο Τριμελές)


Συνεκδίκαση αντίθετων εφέσεων κατά οριστικής αποφάσεως του Τ.Δ.Π. Αθηνών, με την οποία επιδικάσθηκε αποζημίωση, κατ’άρθρο 105 ΕισΝ.Α.Κ., για την αποκάσταση της ζημίας προκληθείσας από την αντισυνταγματικότητα των διατάξεων του ν.3044/2002 (ΦΕΚ Α 197) και την αδυναμία του ενάγοντος να προβεί σε μεταφορά συντελεστή δομήσεως, που είχε εγκριθεί. Απαράδεκτη η πρόσθετη παρέμβαση του παρεμβαίνοντος κοινωφελούς Ιδρύματος. Η μεταφορά συντελεστή δομήσεως δυνάμει της παρ.5 του άρθρου 4 του ν.3044/2002 αντίκειται στις διατάξεις του άρθρου 24 παρ.1 και 2 του Συντάγματος. Απόρριψη των προβαλλόμενων από το Ελληνικό Δημόσιο λόγων εφέσεως. Κρίση ότι στοιχειοθετείται ευθύνη του Δημοσίου προς αποζημίωση του ενάγοντος. Στοιχεία για τον καθορισμός του ύψους της ζημίας του ήδη εκκαλούντος. Απορρίπτει την έφεση του Ελληνικού Δημοσίου – Δέχεται εν μέρει την έφεση του εκκαλούντος ιδιοκτήτη – Μεταρρυθμίζει την πρωτόδικη απόφαση – Αναγνωρίζει την υποχρέωση του εφεσίβλητου Ελληνικού Δημοσίου να καταβάλει στον ανωτέρω ζημιωθέντα υψηλότερο ποσό αποζημιώσεως

ΕιρΑθ 776/2022 : "Αποζημίωση κρατηθέντος και μετέπειτα αθωωθέντος υπό το καθεστώς του προϊσχύσαντος ΚΠΔ







 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΏΝ ΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΡΙΘΜΟΣ 776/2022

ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Συγκροτήθηκε από τον Ειρηνοδίκη Εμμανουήλ Φωτάκη, που όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Ειρηνοδικείου Αθηνών και την γραμματέα Κατερίνα Μαλινδρέτου.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 11/3/2022 για να δικάσει την υπόθεση:

Του ενάγοντος ... του ..., κατοίκου Αθηνών (οδός ... αριθ....), κατόχου Α.Φ.Μ. ... ο οποίος παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου του ΔΑ (ΑΜΔΣΑ ...).

Του εναγομένου : Ελληνικού Δημοσίου, όπως εκπροσωπείται νόμιμα από τον Υπουργό Οικονομικών με έδρα την Αθήνα (οδός Καραγεώργη Σερβίας αρ.8) το οποίο παραστάθηκε δια της δικαστικής πληρεξούσια του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, ΑΤ (αμ ...).

Ο ενάγων ζητεί να γίνει δεκτή η από 25-6-2019 αγωγή του η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού με γενικό αριθμό κατάθεσης δικογράφου ./2019 και ειδικό ./25-6-2019 και προσδιορίστηκε αρχικά να συζητηθεί κατά τη δικάσιμο της 7-5-2020, όταν και αποσύρθηκε από το πινάκιο λόγω μερικής αναστολής της λειτουργίας των δικαστηρίων εξαιτίας των μέτρων προστασίας της δημόσιας υγείας από την πανδημία του κορονοϊόύ και επαναπροσδιορίστηκε οίκοθεν για την δικάσιμο ης 4/3/2021, ότε και εκ νέου αποσύρθηκε για την ίδια αιτία (πανδημίας του Covid-19) και επαναπροσδιορίστηκε οίκοθεν για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας, οπότε και εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου 14. Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι νομικοί παραστάτες των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις τους.


ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Στα άρθρα 533 έως 545 ΚΠΔ - όπως αντικαταστάθηκαν ως άνω με το άρθρο 26 του Ν. 2915/2001 [ΦΕΚ. Α' 109/29-5-200] - περιέχεται πλήρης ρύθμιση για την αποζημίωση των αδίκως καταδικασθέντων ή προσωρινά κρατηθέντων και τελικά αθωωθέντων (ΑΠ 1593/2016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), όπως απαιτείται από τα άρθρα 7 § 4 του Συντ. και 9 § 5 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά Δικαιώματα και σε αρμονία προς τις συνταγματικές διατάξεις περί χωριστών δικαιοδοσιών (άρθρα 94-95, ΑΠ 444/2015, ΑΠ 1123/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 918/2008 ΝοΒ 2008.2402). Προβλέπεται σε αρμονία προς τις συνταγματικές διατάξεις περί χωριστών δικαιοδοσιών (άρθρα 94, 95, 96 Σ) ότι αρμόδιο δικαστήριο για τη διάγνωση του άδικου ή παράνομου της προσωρινής κράτησης ή φυλάκισης είναι αποκλειστικώς το ποινικό δικαστήριο (ή δικαστικό συμβούλιο) που αθώωσε ή απήλλαξε ή τιμώρησε με ελαφρότερη ποινή τον κατηγορούμενο. Τα δε πολιτικά δικαστήρια είναι αρμόδια, μόνο για τον προσδιορισμό του ύψους της ζημίας και την επιδίκαση της ανάλογης αποζημίωσης ή χρηματικής ικανοποίησης, στις περιπτώσεις, που το ποινικό δικαστήριο έχει μεν αναγνωρίσει τη σχετική υποχρέωση του Δημοσίου, αλλά δεν έχει προσδιορίσει το ύφος της αποζημίωσης ή προσδιόρισε αυτή και το ύψος της δεν βρίσκει σύμφωνο τον δικαιούχο ή το υπόχρεο Δημόσιο. Και τούτο, γιατί ο ποινικός δικαστής, ο οποίος έχει πλήρη γνώση της διεξαχθείσας ενώπιον του ποινικής διαδικασίας, εκτιμώντας τις συνθήκες και όλες τις προσκομισθείσες αποδείξεις, είναι ο πλέον κατάλληλος για να αποφανθεί για την υποχρέωση ή μη του Δημοσίου προς αποζημίωση (ΑΠ 918/2008 ΝοΒ 2008.2402). Απαραίτητη συνεπώς προϋπόθεση της άσκησης στα πολιτικά δικαστήρια αγωγής αποζημίωσης για άδικη προσωρινή κράτηση και επιδίκασης αυτής είναι η προηγουμένη αναγνώριση της συναφούς υποχρέωσης του Δημοσίου με απόφαση του αρμοδίου ποινικού δικαστηρίου ή συμβουλίου, και δη αμετακλήτως, η έλλειψη της οποίας καθιστά την αγωγή απαράδεκτη και αντικείμενο της αποζημίωσης αυτής είναι κάθε ζημία που προκλήθηκε από την ολική ή μερική εκτέλεση της προσωρινής κράτησης κ.λπ. και χρηματική ικανοποίηση, το ποσό της οποίας καθορίζεται κατά την κρίση του δικαστηρίου (άρθρο 540 § 1, ΑΠ 444/2015, ΑΠ 366/2013 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Εξ άλλου, σύμφωνα με τον Νέο ΚΠοινΔ που κυρώθηκε με το Ν. 4620/2019 και ισχύει από 1-7-2019, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 535 § 1 έχουν το δικαίωμα να ζητήσουν από το Δημόσιο αποζημίωση: α) οι προσωρινά κρατηθέντες, που αθωώθηκαν αμετάκλητα με βούλευμα ή απόφαση δικαστηρίου ...», κατά το άρθρο 536 «Το Δημόσιο δεν έχει υποχρέωση για αποζημίωση, αν εκείνος που καταδικάσθηκε ή κρατήθηκε προσωρινά έγινε από πρόθεση παραίτιος της καταδίκης ή της προσωρινής κράτησης» και σύμφωνα με το άρθρο 540 «Σε περίπτωση που γίνει δεκτή η αίτηση για αποζημίωση, επιδικάζεται στον αιτούντα αμετακλήτως κατ' αποκοπή αποζημίωση συνολικά για τεκμαρτή περιουσιακή ζημία και για ηθική βλάβη, η οποία δεν μπορεί να είναι κατώτερη των είκοσι (20) ευρώ ούτε ανώτερη των πενήντα (50) ευρώ την ημέρα και της οποίας το ύφος προσδιορίζεται αφού ληφθεί υπόψη και η οικονομική και οικογενειακή κατάσταση του δικαιούχου. Το κατώτερο και το ανώτερο όριο της αποζημίωσης μπορεί να αναπροσαρμόζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων», ενώ τέλος σύμφωνα με τις διάταξη του 590 § 1 του νέου ΚΠΔ «Υποθέσεις που εκκρεμούν σε οποιοδήποτε στάδιο της ποινικής διαδικασίας και σε οποιονδήποτε βαθμό συνεχίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κώδικα. Ol πράξεις της ποινικής διαδικασίας που τελέστηκαν όταν ίσχυαν οι διατάξεις που καταργούνται διατηρούν το κύρος τους».

Εν προκειμένω με την υπό κρίση αγωγή, κατ' ορθή εκτίμηση του δικογράφου αυτής , ο ενάγων εκθέτει ότι έχοντας γεννηθεί στην τουρκική επαρχία Diyarbakir το έτος 1987 και όντας μέλος της κουρδικής μειονότητας, είχε ήδη από το έτος 2006 μετακομίσει στην Κωνσταντινούπολη για σπουδές Ιατρικής στο πανεπιστήμιο "Istanbul University" όταν κατά τη διάρκεια των σπουδών του, εκλέχθηκε μέλος της Γενικής Συνέλευσης Νέων του "HDP" (Κουρδικού Απελευθερωτικού Μετώπου), ήτοι του κόμματος που εκπροσωπεί στο Κοινοβούλιο της Τουρκίας εκατομμύρια Κούρδων και έχει δεκάδες χιλιάδες μέλη στις τουρκικές φυλακές κι ότι ανέπτυξε εθελοντική δράση και ως ακτιβιστής της Ένωσης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Human Rights Association pnsan Haklari Dernegi), εργαζόμενος παράλληλα με τις σπουδές του, ως ασφαλιστής υγείας, βοηθός σε ιατρικό κέντρο περίθαλψης προσφύγων και θυμάτων βασανιστηρίων κι ότι, εν τέλει, εξαιτίας της πολιτικής του δράσης και των πεποιθήσεων του, υπέστη κρατήσεις και βασανιστήρια με αποκορύφωμα την καταδίκη του το έτος 2014 σε 12ετή κάθειρξη από τουρκικό ποινικό δικαστήριο λόγω της συμμετοχής· του στο κουρδικό απελευθερωτικό κίνημα. Έκτοτε και έως το 2016 ζούσε στην Κωνσταντινούπολη ως φυγόποινος, αλλά μετά την απόπειρα πραξικοπήματος της 15ης — 16ης Ιουλίου 2016, όταν εντάθηκε η καταστολή των αντιφρονούντων του καθεστώτος Ερντογκάν , όπως και ο ίδιος, φοβούμενος για την ζωή του, επιχείρησε να διαφύγει της χώρας καταγωγής του. Ότι προς τούτο, την 8η Οκτωβρίου 2016 βρέθηκε σε σκάφος με άλλους 120 μετανάστες και τις πρωινές ώρες της 9ης Οκτωβρίου 2016 το πλεούμενο, όπου επέβαιναν, υπέστη μηχανική βλάβη και βυθίστηκε μεσοπέλαγα. Διασώθηκαν οι επιβαίνοντες, αλλά ο ενάγων, ο οποίος είχε προβεί στην τηλεφωνική κλήση S.O.S. προς το Λιμενικό Σώμα, καθόσον ήταν ο μόνος που ομιλούσε αγγλικά, λόγω της ιδιότητας του ως τούρκος υπήκοος, θεωρήθηκε από τις ελληνικές διωκτικές αρχές υπεύθυνος του συμβάντος και κατηγορήθηκε σαν υπαίτιος παράνομης διακίνησης ανθρώπων (trafficking). Ότι του αποδόθηκαν κατηγορίες για την τέλεση σοβαρών εγκλημάτων και δη : α) της παράνομης μεταφοράς με πλωτό μέσο από το εξωτερικό στην Ελλάδα υπηκόων τρίτων κρατών, χωρίς να έχουν δικαίωμα εισόδου, εκ κερδοσκοπίας, κατ1 επάγγελμα και από κοινού, ενώ από την παράνομη πράξη μπορούσε να προκόψει κίνδυνος για άνθρωπο, β) της παράνομης είσοδο στη Χώρα, γ) της ψευδορκίας μάρτυρα και δ) της κατοχής και .χρήσης ψευδών ταξιδιωτικών εγγράφων. Ότι μετά ταύτα, την 10.10.2016 επιβλήθηκε σε βάρος του προσωρινή κράτηση ενώ ενδιαμέσως, υποβλήθηκε από τις τουρκικές αρχές αίτημα έκδοσης του. Ειδικότερα, σύμφωνα με αυτή ήταν κατηγορούμενος στην Τουρκία για την «υποκίνηση διαδήλωσης 15 ατόμων το έτος 2010»., αλλά τον Σεπτέμβριο 2017 ο Άρειος Πάγος γνωμοδότησε αρνητικά επί της εν λόγω αίτησης έκδοσης, αναγνωρίζοντας του την ιδιότητα του πολιτικού πρόσφυγα και διατρέχοντος κίνδυνο ζωής σε περίπτωση έκδοσης του στην Τουρκία. Εκθέτει ότι, εν συνεχεία, με την απόφαση υπ' αριθ. 96/2017 Μονομελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αιγαίου, αθωώθηκε πανηγυρικά -και όχι λόγω αμφιβολιών- για όλες τις προαναφερθείσες εγκληματικές πράξεις που του αποδίδονταν ενώ προς υποστήριξη του έστερξαν το Ελληνικό Συμβούλιο -για τους Πρόσφυγες και πλείστες άλλες συλλογικότητες, ως αναφέρονται στην υπό κρίση. Ότι μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης του κρατήθηκε προσωρινά από την 10.10.2016 μέχρι την 13η.1.2017 (ήτοι επί 399 ημέρες), κυρίως στις φυλακές Χίου (επί 11 μήνες) και στον Κορυδαλλού (επί 2 μήνες). Σχετικώς, την 14.11.2017 υπέβαλε κατ' άρθρο 537 ΚΠΔ αίτηση για την αποζημίωση του ως αδίκως κρατηθείς, αιτούμενος την καταβολή του ποσού των €30,00/ημέρα για 399 ημέρες κράτησης, ήτοι για το συνολικό ποσό των €11.970,00- Επ' αυτής, το Μονομελές Εφετείο Κακουργημάτων Αιγαίου με την υπ' αριθ.'62/10.7.2018 απόφαση του έκρινε εν μέρει δεκτή για το ποσό των10,00€ ημερησίως (ήτοι για το συνολικό ποσό των 3.990,006). Με αυτό το ιστορικό ο ενάγων ζητεί να αυξηθεί το ποσό αυτό σε 50 € ημερησίως, ήτοι συνολικά στο ποσό των 15.960€ και να αποζημιωθεί αναλόγως. Εισέτι να κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή η απόφαση που θα εκδοθεί και να καταδικαστεί του εναγόμενο στην εν γένει δικαστική του δαπάνη.

Με το περιεχόμενο αυτό και το αίτημα μετά τον περιορισμό αυτού με τροπή του από καταψηφιστικά σε έντοκο αναγνωριστικό (κατ' άρθρο 7 § 3 ν.δ. 1544/1942 όπως ισχύει με το άρθρο 42 ν. 4640/2019), η υπό κρίση αγωγή αρμοδίως φέρεται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, ως το καθ' ύλην και κατά τόπον αρμόδιου (αρθρ. 14 § 1 α, 22 και 25 ΚΠολΔ) κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (αρθρ. 614 επ. ΚΠολΔ), ούσα νόμιμη ως στηριζόμενη στις ως άνω διατάξεις (αρθρ. 533, 536 § 2, 539 § 1 περ. Β και 540 § 1 Κ.Π.Δ., όπως ίσχυαν κατά τον χρόνο άσκησης της) σε συνδυασμό με αυτές των άρθρων 57, 59, 299, 914 και 932 ΑΚ και 176, 907, 908 ΚΠολΔ, πλην του αιτήματος για κήρυξη της εκδοθησόμενης απόφασης προσωρινώς εκτελεστής, το οποίο, μετά την κατά τα ως άνω τροπή του αιτήματος της αγωγής από καταψηφιστικό σε έντοκο αναγνωριστικό, τυγχάνει μη νόμιμο, καθώς εκτελεστότητα προσδίδεται μόνο στις αποφάσεις που περιέχουν καταδίκη, δηλαδή στις καταψηφιστικές (ΑΠ 299/1992 Δ/νη 34/1075, ΑΠ 180/1990 Ε.Ε.Ν. 1990/682, ΕφΠειρ 684/1994 Δ/νη 36/674, Βαθρακοκοίλης Β., Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, Ανάλυση. κατ' άρθρο, τόμος ΣΤ', άρθρο 1047,υπό 34, σελ. 656, Φαλτσή-Γέσιου Πελαγία, Αναγκαστική Εκτέλεση, Γενικό Μέρος, έκδοση 1998, σελ. 97). Επομένως, η αγωγή, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω κατ' ουσίαν.

Από την ένορκη κατάθεση της μάρτυρα απόδειξης που εξετάσθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου και περιλαμβάνεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά συνεδρίασης αυτού και απ' όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, αποδείχθηκαν τα εξής: ο ενάγων κατηγορήθηκε αδίκως από τις Ελληνικές Διωκτικές Αρχές αποδίδοντας του τις κατηγορίες: α) της παράνομης μεταφοράς με πλωτό μέσο από το εξωτερικό στην Ελλάδα υπηκόων τρίτων κρατών, χωρίς να έχουν δικαίωμα εισόδου, εκ κερδοσκοπίας, κατ' επάγγελμα και από κοινού, δυναμένου εκ της παρανόμου πράξεως να προκύψει κίνδυνος για άνθρωπο, β) της παράνομης είσοδο στη Χώρα, γ) της ψευδορκίας μάρτυρα και δ) της κατοχής και χρήσης ψευδών ταξιδιωτικών εγγράφων. Ειδικότερα για τις ως άνω αποδιδόμενες πράξεις τις οποίες εφέρετο ότι διέπραξε στις 10/10/2016, ο ενάγων αθωώθηκε πανηγυρικά (κι όχι λόγω αμφιβολιών ) δυνάμει της υπ' αριθ. 96/6.11.2017 Μονομελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αιγαίου. Πλην όμως επειδή κατά την σύλληψη του είχε κριθεί προφυλακιστέος και μέχρι την απαλλαγή του κρατήθηκε προσωρινά από την 10.10.2016 μέχρι την 13.11.2017 (ήτοι επί 399 ημέρες), στις φυλακές Χίου για 11 μήνες και σε αυτές του Κορυδαλλού για δύο μήνες, την 14.11.2017 υπέβαλε, ως εδικαιούτο κατ' άρθρο 537 ΚΠΔ, αίτηση για την αποζημίωση ως αδίκως κρατηθείς, αιτούμενος την καταβολή του ποσού των €30,00/ημέρα για 399,ημέρες κράτησης, ήτοι για το συνολικό ποσό των €11.970,00. Επ' αυτής, το Μονομελές Εφετείο Κακουργημάτων Αιγαίου με την υπ' αριθ. 62/10.7.2018 απόφαση του έκρινε εν μέρει δεκτή για το ποσό των €10,00/ημερησίως (ήτοι για το συνολικό ποσό των €3.990,00). Το εύλογο του επιδικασθέντος ποσού αμφισβητείται από τον ενάγοντα επαρκώς αιτιολογημένα, δοθέντος ότι εάν δεν είχε κρατηθεί προσωρινώς, θα είχε συνεχίσει κανονικά τη ζωή και τις σπουδές του απολαμβάνοντας και την δέουσα προστασία ως πολιτικός πρόσφυγας, γεγονός που εν τέλει του αναγνωρίστηκε, όπως προκύπτει από τις προσκομιζόμενες μετ' επικλήσεως υπ' αριθμόν ... Άδειας Διαμονής Δικαιούχου Διεθνούς Προστασίας της Ελληνικής Δημοκρατίας και με αριθμό ... Διαβατήριο της Υπηρεσίας Ασύλου (με την σημείωση επ' αυτού ότι ισχύει για όλες τις χώρες πλην Τουρκίας). Επιπροσθέτως, κατά το επίμαχο χρονικό διάστημα των 399 ημερών, αποδείχθηκε ότι ο ενάγων, έχοντας αποκτήσει ήδη προ της έλευσης του στην ημεδαπή τα* αναγκαία προσόντα, όντας φιλομαθής και εργατικός, αφού φοιτούσε στην Ιατρική Σχολή του πανεπιστημίου της Κωνσταντινούπολης και ταυτόχρονα εργαζόταν και προ της διώξεως του, προφανώς λόγω των προσόντων του, ενώ ως γνώστης της τουρκικής κουρδικής και αγγλικής γλώσσας ηδύνατο να απασχοληθεί και εδώ, αμειβόμενος ως μεταφραστής και με αύτη του την ιδιότητα θα αποκέρδαινε από την ως άνω δραστηριότητα του κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων τα ποσά που διαλαμβάνει στην αγωγή του, ήτοι κατ' ελάχιστο το ποσό των 1.1006 καθαρά σε μηνιαία βάση, όπως ελάμβανε από την εργοδότρια του εταιρεία με την επωνυμία "." με την οποία κατάρτισε σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου στις 14/11/2018, ήτοι πριν τη συμπλήρωση έτους μετά την αποφυλάκιση του, ενταχθείς συνάμα στο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης της χώρας μας, καταβάλλοντας εισφορές στον ΕΦΚΑ, ήδη από τον Μάιο του 2018, ήτοι πριν την πάροδο 6^ μηνών από της απελευθερώσεως του, όπως προκύπτει από την προσκομιζόμενη καρτέλα ασφαλισμένου. Απασχολήθηκε εκεί στον τομέα της τηλεφωνικής επικοινωνίας βοήθειας ("helpline") προσφύγων που μιλούν την κουρδική, την τουρκική ή την αγγλική γλώσσα, εργασία που απαιτεί εξειδικευμένες γνώσεις,: ενώ παράλληλα ενεγράφη στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης προς ολοκλήρωση των σπουδών του, όπως αποδεικνύεται από την καρτέλα φοιτητή που προσκομίζεται. Ειδικότερα, κατά τον χρόνο συζήτησης της αίτησης του ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αιγαίου, ελάμβανε εργαζόμενος ήδη ως διερμηνέας μηνιαίο μισθό €1.400,00 (1.100,00 καθαρά) το οποίο σε· ημερήσια βάση αναλογεί σε< 63,63€ (1.4006 ΔΙΑ 22 εργάσιμες ημέρες), γεγονός που βεβαιώνεται πρωτίστως από την σύμβαση, αλλά βεβαιώθηκε τόσο από την κατάθεση του μάρτυρα που εξετάστηκε ενώπιον του δικαστηρίου εκείνου ..., όσο και από αυτήν της μάρτυρος απόδειξης εξετασθεισης ενώπιον του παρόντος δικαστηρίου. Ειρήσθω δε ότι και από την ανωμοτί εξέταση του, απεδείχθη ότι έχει πλέον αποκτήσει επαρκή γνώση της ελληνικής γλώσσας £ γεγονός που κατατείνει στην κατάφαση της αληθούς του βούλησης για την ένταξη στο κοινωνικό και οικονομικό γίγνεσθαι, την οποία αποστερήθηκε λόγω της αδίκου κράτησης του. Ως εκ τούτου απορριπτέος τυγχάνει ο ισχυρισμός του εναγόμενου ότι ανεξαρτήτως της κράτησης ή μη του ενάγοντος ήταν αβέβαιη η εύρεση εργασίας και η συνακόλουθη λήψη αποδοχών εξ αυτής, καθώς θα εκκρεμούσε η ποινική του δίωξη και καταδίκη, διότι αφενός δυνάμει του τεκμηρίου αθωότητας [αρθρ.. 6 § 2 ΕΣΔΑ) ενόσω ήταν υπόδικος δεν θα επηρεαζόταν η δυνατότητα του να εργαστεί ως μεταφραστής στον ιδιωτικό τομέα, όπου η .ποινική εμπλοκή δεν αποτελεί τυπικώς εμπόδιο, αφετέρου τα ως άνω προσόντα και η εργατικότητα που επιδείκνυε και επιδεικνύει, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας δεν θα επέτρεπαν την επί μακρόν ανεργία του . Με βάσιμη την εκ των υστέρων πρόγνωση, και προς διάγνωση του τεκμαρτού κατ' αρθρ.540 ΚΠΔ ετήσιου εισοδήματος του, δέον όπως ληφθεί υπόψιν ό,τι αντίστοιχα θα ελάμβανε από την εργασία του, ήτοι εν προκειμένω το συνολικό ποσό των €18.200,00 (=13 μήνες x €1.400,00). Το ποσό αυτό τεκμαίρεται ότι διέφυγε της περιουσίας του ως βασική συνέπεια της επιβληθείσας προσωρινής κράτησης η οποία εξάλλου του προκάλεσε μεγάλη στενοχώρια, πικρία και ματαίωση των προσδοκιών ελευθερίας που η Ελλάδα, ως ευρωπαϊκό κράτος δικαίου πρεσβεύει, δικαιούμενος ούτως και αποζημίωση για την ηθική βλάβη που υπέστη από την στέρηση της ελευθερίας του.

Τέλος, απορριπτέα κρίνεται και η περί διετούς παραγραφής ένσταση που προέβαλε το εναγόμενο Ελληνικά Δημόσιο, στηριζόμενη κατά μείζονα λόγο στο άρθρο 539 § 2 ΚΠΔ, όπως ίσχυε κατά τον χρόνο άσκησης της αγωγής στις 26/6/2019 (αφού καταργήθηκε από 1.7.2019, δυνάμει των άρθρων 585 και 586 του νέου Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν.4620/2019,ΦΕΚ Α 96/11.06.2019) , καθόσον τότε επιδόθηκε η υπό κρίση στο Ελληνικό Δημόσιο , όπως προκύπτει από την προσκομιζόμενη μετ' επικλήσεως υπ' αριθμ. .Β/26-6-2019 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή στο Πρωτοδικείου Αθηνών ... Η ως άνω διάταξη προέβλεπε ότι : «2. Η αξίωση (επιπλέον αποζημίωσης) παραγράφεται ύστερα από δύο χρόνια από την ημέρα που έγινε αμετάκλητη η απόφαση για την ποινική υπόθεση». Εν προκειμένω, η αθωωτική απόφαση με αριθμό 96/6-11-2017 δημοσιεύθηκε την 13/11/2017, όταν και αποφυλακίστηκε , ή δε κατ' αρθρ.537 παλαιού ΚΠΔ αίτηση αποζημίωσης εκδικάστηκε στις 10-7-2018, και δημοσιεύθηκε αυθημερόν η υπ' αριθμόν 62/2018 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αιγαίου, ήτοι πριν την παρέλευση της εκ του νόμου διετούς παραγραφής. Ειρήσθω ότι σε κάθε περίπτωση με την άσκηση της υπό κρίση διακόπηκε η παραγραφή και δεδομένου ότι η συζήτηση της υπό κρίση δεν έγινε κατά την αρχικώς ορισθείσα δικάσιμο (7/5/2020) για λόγους ανωτέρας βίας, καθόσον αποσύρθηκε από το πινάκιο κατά τα ανωτέρω λόγω εκτάκτων μέτρων προστασίας της δημόσιας υγείας ( αρθρ. 74 Ν. 4690/2020) και ως εκ τούτου υφιστάμενου του δικαιοστασίου τελούσε σε αναστολή και η εν επιδικία παραγραφή κατ' αρθρ.255 επ. ΑΚ.

Κατ' ακολουθία των ανωτέρω, η αγωγή πρέπει να γίνει δεκτή στο σύνολο της και να αναγνωριστεί ότι το Ελληνικό Δημόσιο οφείλει να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των 15.960€ με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της υπό κρίση μέχρι την εξόφληση, ως αποζημίωση για τη ζημία που υπέστη στην προσωπική και περιουσιακή κατάσταση του και λόγω ηθικής βλάβης, εξαιτίας της κράτησης που επιβλήθηκε σε βάρος του από την 10.10.2016 μέχρι την 13.11.2017 (ήτοι επί 399 ημέρες), ενώ μετέπειτα αθωώθηκε. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα πρέπει να συμψηφισθούν μεταξύ των διαδίκων, ένεκα της δυσχέρειας στην ερμηνεία των κανόνων που εφαρμόστηκαν, κατ' αρ.179 ΚΠολΔ.


ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ 

ΔΙΚΑΖΕΙ κατ' αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ την αγωγή.

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ότι το εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο οφείλει να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των δέκα πέντε χιλιάδων εννιακοσίων εξήντα ευρώ (15.960€) με το νόμιμο τόκο από την 27/6/2019 μέχρις εξοφλήσεως.

ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ τη δικαστική δαπάνη μεταξύ των διαδίκων.

ΣτΕ Γ΄ 7μ. 2332/2022: Αντισυνταγματικότητα της παράτασης του υποχρεωτικού εμβολιασμού εργαζομένων σε δομές υγείας λόγω ελλείψεως επαναξιολογήσεως του μέτρου.


 ΣτΕ Γ΄ 7μ. 2332/2022: Αντισυνταγματικότητα της παράτασης του υποχρεωτικού εμβολιασμού εργαζομένων σε δομές υγείας λόγω ελλείψεως επαναξιολογήσεως του μέτρου.



ΣτΕ Γ΄ 7μ. 2332/2022
Πρόεδρος: Γ. Τσιμέκας, Αντιπρόεδρος ΣτΕ
Εισηγητής: Β. Ανδρουλάκης, Σύμβουλος Επικρατείας

Με την 2332/2022 απόφαση της επταμελούς συνθέσεως του Γ’ Τμήματος, κρίθηκε α) ότι η διάταξη της παρ. 2 του άρθρου δεύτερου του ν. 4917/2022, με την οποία παρατάθηκε η ισχύς της παρ. 8 του άρθρου 206 του ν. 4820/2021 περί επαναξιολογήσεως της υποχρεωτικότητας του εμβολιασμού των εργαζομένων στις δομές υγείας μέχρι τις 31-12-2022, είναι αντίθετη προς την συνταγματική αρχή της αναλογικότητας και β) ακυρώθηκε η Γ4β/Γ.Π.οικ.21912/14-4-2022 απόφαση του Υπουργού και της Αναπληρώτριας Υπουργού Υγείας (Β΄ 1995/20-4-2022), με τίτλο «Καθορισμός διαδικασίας πρόσληψης προσωπικού ορισμένου χρόνου σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 50 ν. 4825/2021 (Α΄ 157)»
Ειδικότερα, με την απόφαση αυτή κρίθηκε ότι, όπως έχει γίνει δεκτό από το Σ.τ.Ε. με σειρά αποφάσεών του, τα μέτρα που λαμβάνονται για την προστασία της δημόσιας υγείας κατά του κορωνοϊού covid-19, όπως είναι, μεταξύ άλλων, ο υποχρεωτικός εμβολιασμός κατηγορίας εργαζομένων (βλ. Σ.τ.Ε. 1684/2022 ως προς τους εργαζομένους σε δομές υγείας και 1400/2022 ως προς τους υπηρετούντες στις Ε.Μ.Α.Κ.), μπορεί μεν να συνιστούν ακόμα και σοβαρή επέμβαση στην απόλαυση των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου, όπως είναι η ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητάς του, η ελευθερία κινήσεως και η ιδιωτική του ζωή, πλην η επέμβαση αυτή είναι συνταγματικώς ανεκτή εφ’ όσον, μεταξύ άλλων, τα μέτρα αυτά λαμβάνονται για το απολύτως αναγκαίο χρονικό διάστημα και, πάντως, μέχρι την εξεύρεση λύσεως για την ανάσχεση της πανδημίας, η ένταση δε και η διάρκειά τους, λόγω της προσωρινότητάς τους, πρέπει να επανεξετάζονται περιοδικώς από τα αρμόδια κρατικά όργανα ανάλογα με τα υφιστάμενα επιδημιολογικά δεδομένα και την εξέλιξη των έγκυρων επιστημονικών παραδοχών. Στην προκειμένη περίπτωση, κατά τον χρόνο που δημοσιεύθηκε ο ν. 4917/2022 (31-3-2022) και εκδόθηκε η προσβαλλόμενη πράξη (14-4-2022) είχε παρέλθει χρονικό διάστημα οκτώ και πλέον μηνών από τη λήψη του μέτρου του υποχρεωτικού εμβολιασμού των εργαζομένων σε δομές υγείας, ήτοι διάστημα που λόγω της φύσεως του μέτρου και των συνεπειών του, υπερβαίνει προδήλως το εύλογο, χωρίς, ωστόσο, να έχει διενεργηθεί επαναξιολόγησή του, βάσει επίκαιρων, κατά τον χρόνο εκείνο, επιστημονικών και επιδημιολογικών στοιχείων, για την αξία, την αποτελεσματικότητα και τις συνέπειες των εμβολίων κατά του κορωνοϊού και την πορεία και την εξέλιξη της πανδημίας. Εξ άλλου, ουδόλως προκύπτει βάσει ποίων συγκεκριμένων επιστημονικών δεδομένων ο χρόνος της επαναξιολογήσεως παρατάθηκε έως τις 31-12-2022, δηλαδή τοποθετήθηκε σε χρόνο που επίσης υπερβαίνει τον εύλογο, εν όψει του ότι απέχει εννέα μήνες από την ψήφιση του ν. 4917/2022. Κατόπιν των ανωτέρω, αλυσιτελώς η Διοίκηση επικαλείται και προσκομίζει ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχεία τα οποία, κατά τους ισχυρισμούς της, δικαιολογούν την παράταση του υποχρεωτικού εμβολιασμού, εφ’ όσον η επαναξιολόγηση του μέτρου αυτού αναβλήθηκε ρητώς, κατά τα ανωτέρω, για τις 31-12-2022, και, πάντως, από κανένα στοιχείο του φακέλου δεν προκύπτει ότι έγινε πράγματι τέτοια συνθετική εκτίμηση και αξιολόγηση των εν λόγω στοιχείων από αρμόδιο προς τούτο επιστημονικό όργανο. Εν πάση δε περιπτώσει τα προσκομισθέντα στο Δικαστήριο στοιχεία δεν δικαιολογούν την παράταση της υποχρεώσεως προς εμβολιασμό. Μειοψηφία ενός παρέδρου. 
Δείτε λιγότερα
Μου αρέσει!
Σχόλιο
Κοινοποίηση

Σχόλια

Σχολιάζετε ως Antonis Argyros.

https://online.fliphtml5.com/flkvf/rlqr/#p=1