Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Ευθύνη αποζημίωσης,από βίαια επεισόδια,νομολογια

 







Ευθύνη αποζημίωσης του δημοσίου από έλλειψη προστασίας της ζωής και περιουσίας των πολιτών από βίαια επεισόδια ή έλλειψη αναγκαίων αστυνομικών μέτρων προστασίας..

ΑΝΤΩΝΗΣ Π.ΑΡΓΥΡΟΣ
«Το Σύνταγμα δεν ανέχεται να παραμένουν αναποζημίωτες ζημίες που κάποιος υφίσταται από ενέργειες οποιουδήποτε κρατικού οργάνου». (ΣτΕ 2527/2019).
Ι.-ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ:
1.- Το δικαίωμα στη ζωή είναι θεμελιώδες δικαίωμα για την ανθρώπινη ύπαρξη.
Προστατεύεται στο 2ο άρθρο του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην ενότητα της Αξιοπρέπειας: «1. Κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα στη ζωή. 2.Κανείς δεν μπορεί να καταδικασθεί στην ποινή του θανάτου ούτε να εκτελεσθεί».
Είναι αναγνωρισμένο στο 3ο άρθρο της Οικουμενικής Διακήρυξης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα: «Κάθε άτομο έχει δικαίωμα στη ζωή, την ελευθερία και την προσωπική του ασφάλεια»
Στο άρθρο 6 της Διεθνούς Σύμβασης για τα Πολιτικά Δικαιώματα αναγνωρίστηκε το «εγγενές δικαίωμα κάθε ανθρώπου να ζήσει. Αυτό το δικαίωμα πρέπει να προστατεύεται από το νόμο. Κανείς δεν θα αποστερηθεί τη ζωή του αυθαίρετα».
Η Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), που κυρώθηκε με το ν.δ. 53/1974 (Α΄ 256), στο άρθρο 2 αυτής, ορίζει ότι: «1. Το δικαίωμα εκάστου προσώπου εις την ζωήν προστατεύεται υπό του νόμου (…)».
2.- Στο άρθρο 17 παρ. 1 του Συντάγματος ορίζεται ότι η ιδιοκτησία τελεί υπό την προστασία του Κράτους, στο δε άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α., το οποίο κυρώθηκε, μαζί με την Σύμβαση, με το άρθρο πρώτο του ν.δ. 53/1974 (Α΄ 256) ορίζεται ότι: "Παν φυσικόν ή νομικόν πρόσωπον δικαιούται σεβασμού της περιουσίας του..." Με τις ανωτέρω διατάξεις προστατεύεται η περιουσία του ατόμου, στην οποία περιλαμβάνονται, κατ’ αρχήν, και τα ενοχικά δικαιώματα (ΣτΕ 1116/2014 Ολομ., 2115/2014 Ολομ.).
3.- Στο άρθρο 11 του Συντάγματος (Δικαίωμα του συνέρχεσθαι) ορίζεται: «1. Οι Έλληνες έχουν το δικαίωμα να συνέρχονται ήσυχα και χωρίς όπλα.2. Μόνο στις δημόσιες υπαίθριες συναθροίσεις μπορεί να παρίσταται η αστυνομία. Οι υπαίθριες συναθροίσεις μπορούν να απαγορευτούν με αιτιολογημένη απόφαση της αστυνομικής αρχής, γενικά, αν εξαιτίας τους επίκειται σοβαρός κίνδυνος για τη δημόσια ασφάλεια, σε ορισμένη δε περιοχή, αν απειλείται σοβαρή διατάραξη της κοινωνικοοικονομικής ζωής, όπως νόμος ορίζει.»
Στο Άρθρο 11 της Ευρωπαϊκής Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου – (Ελευθερία του συνέρχεσθαι και συνεταιρίζεσθαι) 1. «Παν πρόσωπον έχει δικαίωμα εις την ελευθερίαν του συνέρχεσθαι ειρηνικώς και εις την ελευθερίαν συνεταιρισμού συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος ιδρύσεως μετ' άλλων συνδικάτων και προσχωρήσεως εις συνδικάτα επί σκοπώ προασπίσεως των συμφερόντων του.2. Η άσκησις των δικαιωμάτων τούτων δεν επιτρέπεται να υπαχθή εις ετέρους περιορισμούς πέραν των υπό του νόμου προβλεπομένων και αποτελούντων αναγκαία μέτρα εν δημοκρατική κοινωνία, δια την εθνικήν ασφάλειαν, την δημοσίαν ασφάλειαν, την προάσπισιν της τάξεως και πρόληψιν του εγκλήματος, την προστασίαν της υγείας και της ηθικής, ή την προστασίαν των δικαιωμάτων και ελευθεριών των τρίτων. Το παρόν άρθρον δεν απαγορεύει την επιβολήν νομίμων περιορισμών εις την άσκησιν των δικαιωμάτων τούτων υπό μελών των ενόπλων δυνάμεων, της αστυνομίας ή των διοικητικών υπηρεσιών του Κράτους.»
4.-Δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως(ΦΕΚ 131/Α/10-7-2020) ο νόμος 4703/2020 Δημόσιες υπαίθριες συναθροίσεις και άλλες διατάξεις.. Στο άρθρο 13 του νόμου ορίζεται ότι «Ο οργανωτής δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης ευθύνεται για την αποζημίωση όσων υπέστησαν βλάβη της ζωής, της σωματικής ακεραιότητας και της ιδιοκτησίας από τους συμμετέχοντες στη δημόσια υπαίθρια συνάθροιση. Από την ευθύνη αυτή απαλλάσσεται, εάν είχε γνωστοποιήσει εγκαίρως τη διεξαγωγή της συνάθροισης και αποδεικνύει ότι έχει τηρήσει τις υποχρεώσεις του, όπως αυτές αναφέρονται περιοριστικά στις περ. α΄, β΄ και γ΄ του άρθρου 4."
5.- Ο Εισαγωγικός Νόμος του Αστικού Κώδικα (π.δ. 456/1984, Α΄ 164) στο άρθρο 105 ορίζει ότι: «Για παράνομες πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων του Δημοσίου κατά την άσκηση της δημόσιας εξουσίας που τους έχει ανατεθεί, το Δημόσιο ενέχεται σε αποζημίωση, εκτός αν η πράξη ή η παράλειψη έγινε κατά παράβαση διάταξης που υπάρχει για χάρη του γενικού συμφέροντος …». Κατά την έννοια του προαναφερθέντος άρθρου, γεννάται ευθύνη του Δημοσίου προς αποζημίωση για ζημία, η οποία προκλήθηκε από την πλημμελή εκτέλεση ή την παράλειψη εκτελέσεως από τα όργανά του επιβεβλημένου σ’ αυτά εκ του νόμου καθήκοντος . Περαιτέρω, κατά την έννοια της αυτής ως άνω διατάξεως, η υποχρέωση του Δημοσίου προς αποζημίωση αίρεται στην περίπτωση που η γενεσιουργός της ζημίας πράξη ή παράλειψη ή υλική ενέργεια ή παράλειψη υλικής ενέργειας έλαβε χώρα κατά παράβαση διατάξεως, η οποία έχει θεσπισθεί αποκλειστικά χάριν του γενικού συμφέροντος, όχι όμως και στην περίπτωση που η παραβιασθείσα διάταξη αποβλέπει, παραλλήλως με την προστασία του γενικού συμφέροντος, και στην προστασία δικαιώματος ή συμφέροντος των κατ’ ιδίαν προσώπων. Επίσης, ευθύνη του Δημοσίου προς αποζημίωση γεννάται όχι μόνον από την έκδοση μη νόμιμης εκτελεστής διοικητικής πράξης ή από τη μη νόμιμη παράλειψη έκδοσης τέτοιας πράξης, αλλά και από μη νόμιμες υλικές ενέργειες των οργάνων του Δημοσίου ή από παραλείψεις οφειλόμενων νόμιμων υλικών ενεργειών αυτών, εφόσον οι υλικές αυτές ενέργειες ή παραλείψεις συνάπτονται με την οργάνωση και λειτουργία των δημόσιων υπηρεσιών. Εξάλλου, υπάρχει ευθύνη του Δημοσίου, τηρουμένων και των λοιπών προϋποθέσεων του νόμου, όχι μόνον όταν με πράξη ή παράλειψη οργάνου του παραβιάζεται συγκεκριμένη διάταξη νόμου, αλλά και όταν παραλείπονται τα ιδιαίτερα καθήκοντα και υποχρεώσεις που προσιδιάζουν στη συγκεκριμένη υπηρεσία και προσδιορίζονται από την κείμενη εν γένει νομοθεσία, τα διδάγματα της κοινής πείρας και τις αρχές της καλής πίστης (βλ. Σ.τ.Ε. 1048-1049/2016, 4283/2014, 1590/2010, 1364/2008, 648/2008, 307/2007, 3706/2001, 3919/2001, 28/2000 κ.ά.).
ΙΙ. Η ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ
1.-Κατά την έννοια της διατάξεως του άρθρου 105 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικος, γεννάται ευθύνη του Δημοσίου προς αποζημίωση για ζημία, η οποία προκλήθηκε από την πλημμελή εκτέλεση ή την παράλειψη εκτελέσεως από τα όργανά του του επιβεβλημένου σ’ αυτά εκ του νόμου καθήκοντος. Η υποχρέωση του Δημοσίου προς αποζημίωση αίρεται στην περίπτωση που η γενεσιουργός της ζημίας πράξη ή παράλειψη ή υλική ενέργεια ή παράλειψη υλικής ενέργειας έλαβε χώρα κατά παράβαση διατάξεως, η οποία έχει θεσπισθεί αποκλειστικά χάριν του γενικού συμφέροντος, όχι όμως και στην περίπτωση που η παραβιασθείσα διάταξη αποβλέπει, παράλληλα με την προστασία του γενικού συμφέροντος, και στην προστασία δικαιώματος ή συμφέροντος των κατ’ ιδίαν προσώπων. (Βλ. ΣτΕ 1491/2010 1677/2008, 648/2008, 307/20
2.- Υπάρχει ευθύνη του Δημοσίου ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, τηρουμένων και των λοιπών προϋποθέσεων του νόμου, όχι μόνον όταν με πράξη ή παράλειψη οργάνου των νομικών αυτών προσώπων παραβιάζεται συγκεκριμένη διάταξη νόμου, αλλά και όταν παραλείπονται τα ιδιαίτερα καθήκοντα και υποχρεώσεις που προσιδιάζουν στη συγκεκριμένη υπηρεσία και προσδιορίζονται από την κειμένη εν γένει νομοθεσία, τα διδάγματα της κοινής πείρας και τις αρχές της καλής πίστεως (Σ.τ.Ε. 2796/2006 7μ., 2741/2007, 1019/2008, 4133/2011 7μ, 2669/2015, 1608/2016)
3.-Δεν υφίσταται υποχρέωση αποζημίωσης όταν πρόκειται περί ασυνήθων περιπτώσεων που υπερβαίνουν τις δυνατότητες της αστυνομικής δυνάμεως και ανάγονται έτσι στην έννοια της ανωτέρας βίας (ΣτΕ 952/2010, 2741/2007 ,1048-1049/2016,Βλ όμως ΣτΕ 2875/2020 επίσης Α.Π. 106/1969, 1616/198).
4.- Η πράξη ή η παράλειψη ή υλική ενέργεια ή παράλειψη υλικής ενέργειας αποτέλεσε ή δεν αποτέλεσε την αιτία του επιζήμιου αποτελέσματος, περί του ότι δηλαδή το ζημιογόνο γεγονός σε σχέση με τη ζημία βρίσκεται ή δεν βρίσκεται σε σχέση αιτίου και αποτελέσματος, ως αναγόμενη σε εκτίμηση πραγματικών γεγονότων, δεν υπόκειται σε αναιρετικό έλεγχο (Σ.τ.Ε. 334/2008 7μ.,1019/2008, 1243/2010, 424, 1219/2012, 3362/2013, 2668/2015, 710/2016, 2091/2017 κ.ά.).
5. Στην περίπτωση κατά την οποία τα αστυνομικά όργανα, αν και επεμβαίνουν και επιχειρούν, δεν λαμβάνουν κανένα συγκεκριμένο μέτρο για να προστατεύσουν την περιουσία του πολίτη, η επιλογή της αποχής τους από κάθε ενέργεια ειδικώς προς τον σκοπό της προστασίας του ανωτέρω αγαθού συνιστά υπέρβαση των άκρων ορίων της διακριτικής ευχέρειάς τους και για τον λόγο αυτό είναι παράνομη.(ΣτΕ 1972/2021)
6. Η ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΖΗΜΙΕΣ ΑΠΟ ΔΙΑΔΗΛΩΣΕΙΣ
Ειδικότερα η νομολογία έχει δεχθεί:
6.1.-Στις 24 Σεπτεμβρίου 1998, ομάδες διαδηλωτών, αφού πραγματοποίησαν συγκέντρωση και πορεία διαμαρτυρίας, κατέλαβαν το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο και, ακολούθως, κατά τις βραδυνές ώρες, προκλήθηκαν σοβαρά επεισόδια, με αποτέλεσμα να υποστούν σημαντικές καταστροφές πολλά από τα καταστήματα της περιοχής, μεταξύ των οποίων και το κατάστημα * εταιρείας (επιχείρηση πωλήσεως ενδυμάτων) επί της οδού Στουρνάρη. Το ΣτΕ με την 28/200 Απόφαση του έκρινε ότι σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ. 1 και 3 του ν. 1481/1984 (φ. 152), ο κλάδος αστυνομίας τάξης (ο οποίος, κατά το άρθρο 2 του νόμου αυτού, ανήκει στις κεντρικές υπηρεσίες του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως) έχει ως ειδικότερη αποστολή, εκτός άλλων, την "απρόσκοπτη κοινωνική διαβίωση των πολιτών" καθώς και την "προστασία των ατομικών ελευθεριών του πολίτη", μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται, κατά το άρθρο 17 του Συντάγματος, και το δικαίωμα της ιδιοκτησίας. Έτσι, η διάταξη αυτή, παράλληλα με την προστασία του γενικού συμφέροντος, αποβλέπει και στην προστασία των περιουσιών των καθ' έκαστον ατόμων, ως εκ τούτου δε, η παραβίασή της από κρατικά όργανα, με πράξεις ή παραλείψεις τους κατά την ενάσκηση της δημόσιας εξουσίας τους, δύναται να στοιχειοθετήσει, σύμφωνα με όσα εκτίθενται στην προηγουμένη σκέψη, υποχρέωση του Δημοσίου προς αποζημίωση, κατά το άρθρο 105 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα . (πρβ. Σ.τ.Ε. 1364/2008, 1677/2008).
6.2.-Με την απόφαση 1364/2008 του ΣτΕ αναγνωρίσθηκε η υποχρέωση του ΄Δημοσίου να καταβάλει αποζημίωση, κατ’ άρθρο 105 Εισ.Ν.Α.Κ., για τις προκληθείσες ζημίες στην περιουσία εταιρείας από τις επιθέσεις των διαδηλωτών, κατά την επέτειο του Πολυτεχνείου, την 17η-11-1989.
6.3.-Με τις 1964 έως 1972/2021 Αποφάσεις του ΣτΕ επισημαίνεται ότι : «Η προστασία της περιουσίας των πολιτών από βιαία επεισόδια που εκδηλώνονται στο πλαίσιο οποιασδήποτε μορφής μαζικής κινητοποίησης πολιτών αποτελεί υποχρέωση των αστυνομικών οργάνων, η εκπλήρωση της οποίας δεν εναπόκειται στην διακριτική τους ευχέρεια. Επομένως, αν τα αστυνομικά όργανα παραλείψουν παντελώς να επέμβουν για να προστατεύσουν την περιουσία του πολίτη η οποία απειλείται, υπό τις ανωτέρω περιστάσεις, η παράλειψη αυτή είναι παράνομη και συνεπώς συντρέχει η απαιτούμενη για την θεμελίωση αστική ευθύνη του Δημοσίου». Οι Αποφάσεις αυτές έκριναν ότι: ««διακριτική ευχέρεια διαθέτουν τα αστυνομικά όργανα μόνο ως προς τον τρόπο με τον οποίο θα ενεργήσουν, δηλαδή ως προς την επιλογή του είδους των μέτρων που πρέπει να λάβουν προς εκπλήρωση της υποχρέωσης τους, δυνάμενα -κατόπιν εκτίμησης- να επιλέξουν και να εφαρμόσουν το καταλληλότερο για την συγκεκριμένη περίπτωση επιχειρησιακό σχέδιο. Στην ειδικότερη περίπτωση κατά την οποία τα αστυνομικά όργανα αν και επεμβαίνουν και επιχειρούν, δεν λαμβάνουν κανένα συγκεκριμένο μέτρο για να προστατεύσουν την περιουσία του πολίτη, η επιλογή της αποχής τους από κάθε ενέργεια, ειδικώς προς το σκοπό του αγαθού της περιουσίας, συνιστά υπέρβαση των άκρων ορίων της ευχέρειας τους και για το λόγο αυτό είναι παράνομη».
Η προβληματική μας είναι ότι τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται για την προστασία της περιουσίας, να μην αφορούν ασυνήθεις περιπτώσεις, όπως έχει κριθεί σε άλλες αποφάσεις του ΣτΕ
Στις 1964 έως 1972/2021 Αποφάσεις του ΣτΕ αναφέρεται στα στοιχεία που συνιστούν την προβλεψιμότητα των βίαιων επεισοδίων μεγάλης έντασης και έκτασης με ζημιογόνες συνέπειες. Βίαια επεισόδια, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας και ιδίως με βάση τις κρατούσες κάθε φορά κοινωνικές συνθήκες, «αποτελούν συνήθη ή τουλάχιστον δεν αποτελούν ασυνήθη κατάσταση» τη στιγμή μάλιστα που υπάρχουν πληροφορίες ή σοβαρές ενδείξεις για «μαζική κινητοποίηση εξαγριωμένων ή αγανακτισμένων πολιτών ή κοινωνικών ομάδων».
Κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, προσθέτουν οι με 1964 έως 1972/2021 Αποφάσεις του ΣτΕ, «η είδηση θανάτου ανηλίκου στην περιοχή των Εξαρχείων από πυροβολισμό αστυνομικού είναι λίαν πιθανό έως αναμενόμενο να προκαλέσει έντονη κοινωνική αντίδραση, να οδηγήσει σε άμεση μαζική κινητοποίηση πολιτών στα αστικά κέντρα και συνακόλουθα να πυροδοτήσει ανά πάσα στιγμή κοινωνική έκρηξη». Αναφέρεται στις 1964 έως 1972/2021 Αποφάσεις του ΣτΕ, ότι «πολλώ μάλλον δεν συνιστούν περίπτωση ανωτέρας βίας, βίαια επεισόδια και βανδαλισμοί που λαμβάνουν χώρα στο πλαίσιο προγραμματισμένης πορείας διαμαρτυρίας όταν το ίδιο γεγονός που πυροδότησε την διαμαρτυρία έχουν ήδη λάβει χώρα βίαια περιστατικά μεγάλης έντασης και έκτασης, καθώς και εκτεταμένες φθορές και καταστροφές είτε στην ίδια περιοχή είτε σε άλλη, εφόσον ανά πάσα στιγμή μια τέτοια εξέλιξη είναι αναμενόμενη με μεγάλη πιθανότητα και άρα είναι δυνατόν να προβλεφθεί και να αποτραπεί με άμεση ενέργεια και λήψη όλων των ενδεδειγμένων μέτρων, λαμβανομένης υπόψη της εξουσίας των αστυνομικών οργάνων να επιβάλλουν περιορισμούς στην διεξαγωγή συγκεντρώσεων ή συναθροίσεων ή να διυλίσουν συγκεντρώσεις και συναθροίσεις οι οποίες εκ του ότι εκτρέπονται σε πράξεις βίας κατά προσώπων είναι παράνομες».
Παρατηρούμε στην νομολογία που προαναφέρθηκε ότι : α) η ευθύνη της Ελληνικής Πολιτείας για την αποζημιώση των πολιτών από ζημίες που υπέστη η περιουσία τους, συνεπεία βίαιων γεγονότων ότι η από το Σύνταγμα προστατευόμενη περιουσία των πολίτων αποτελεί υποχρέωση των αστυνομικών οργάνων, η εκπλήρωση της οποίας δεν εναπόκειται στην διακριτική τους ευχέρεια β) η επιλογή της αποχής των αστυνομικών οργάνων από κάθε ενέργεια, προς το σκοπό προστασίας του αγαθού της περιουσίας, συνιστά υπέρβαση των άκρων ορίων της ευχέρειας τους και για το λόγο αυτό είναι παράνομη γ) δεν συνιστούν περίπτωση ανωτέρας βίας, βίαια επεισόδια και βανδαλισμοί που λαμβάνουν χώρα στο πλαίσιο προγραμματισμένης πορείας διαμαρτυρίας.
7.Ο ν 4703/2020
Η εκτίμηση των συγκεκριμένων περιστατικών εξετάζεται σε συνάρτηση με την προβλεψιμότητα των γεγονότων και τον τρόπο της αντιμετωπίσεως τους από τις αστυνομικές αρχές, εν όψει μάλιστα και των νέων διατάξεων του νόμου 4703/2020 Δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ο Ν. 4703/2020 (ΦΕΚ Α΄ 131/10.07.2020) με τίτλο: «Δημόσιες υπαίθριες συναθροίσεις και άλλες διατάξεις». Το πρώτο κεφάλαιο περιλαμβάνει γενικές διατάξεις σχετικά με τους σκοπούς και τις υποχρεώσεις του οργανωτή και της αστυνομικής και λιμενικής αρχής. Στο δεύτερο κεφάλαιο προβλέπονται οι περιπτώσεις απαγόρευσης, περιορισμών και διάλυσης των δημόσιων υπαίθριων συναθροίσεων, στο τρίτο κεφάλαιο περιγράφονται οι διαδικαστικές εγγυήσεις και στο τέταρτο κεφάλαιο προσδιορίζονται οι ποινικές και αστικές κυρώσεις. Τέλος, με το δεύτερο μέρος του άνω νόμου, ρυθμίζονται ζητήματα αρμοδιότητας της γενικής γραμματείας δημόσιας τάξης. Σκοπός του νόμου η διασφάλιση της άσκησης του δικαιώματος του συνέρχεσθαι δημοσίως σε υπαίθριο χώρο, σύμφωνα με το άρθρο 11 του Συντάγματος και το άρθρο 11 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), κατά τρόπον ώστε να μην εκτίθεται σε σοβαρό κίνδυνο η δημόσια ασφάλεια και να μην διαταράσσεται υπέρμετρα η κοινωνικοοικονομική ζωή ορισμένης περιοχής. Επισημαίνεται ότι στο άρθρο 13 του νόμου προβλέπεται « Όσοι αλλοιώνουν ή επιχειρούν να αλλοιώσουν με βιαιοπραγίες τον ειρηνικό χαρακτήρα δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης τιμωρούνται με φυλάκιση μέχρι δύο (2) ετών.
2. Ο οργανωτής δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης ευθύνεται για την αποζημίωση όσων υπέστησαν βλάβη της ζωής, της σωματικής ακεραιότητας και της ιδιοκτησίας από τους συμμετέχοντες στη δημόσια υπαίθρια συνάθροιση. Από την ευθύνη αυτή απαλλάσσεται, εάν είχε γνωστοποιήσει εγκαίρως τη διεξαγωγή της συνάθροισης και αποδεικνύει ότι έχει τηρήσει τις υποχρεώσεις του, όπως αυτές αναφέρονται περιοριστικά στις περ. α', β' και γ' του άρθρου 4.»
Η διάταξη αυτή θα κριθεί αν είναι σύμφωνη με το Σύνταγμα ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΔΔΑ ,αφού δημιουργεί θέμα αντικειμενικής ποινικής και αστικής ευθύνης στον οργανωτή Το ζήτημα έχει αντιμετωπίσει το ΕΔΔΑ στην υπόθεση EZELIN c. FRANCE (Requête no11800/85) Η υπόθεση αφορούσε την επιβολή πειθαρχικής ποινής στον προσφεύγοντα, ο οποίος ήταν τότε αντιπρόεδρος του Συνδικάτου δικηγόρων της Γουαδελούπης, για τη συμμετοχή του σε διαδήλωση - κατά τη διάρκεια της οποίας διατυπώθηκαν προσβλητικά σχόλια - που είχε διοργανωθεί από κινήματα για την ανεξαρτησία της Γουαδελούπης και συνδικαλιστικές οργανώσεις στην Basse-Terre (ως διαμαρτυρία κατά δύο δικαστικών αποφάσεων που επέβαλλαν ποινές φυλάκισης και πρόστιμα σε τρεις ακτιβιστές, για καταστροφές σε δημόσια κτίρια), και την άρνησή του να καταθέσει ως μάρτυρας ενώπιον του ανακριτή.
Παραβίαση του Άρθρου 11: Παρόλο που η ποινή είχε κατά βάση ηθικό χαρακτήρα, το Δικαστήριο θεώρησε ότι «η ελευθερία συμμετοχής σε ειρηνική συνάθροιση – εν προκειμένω σε διαδήλωση που δεν είχε απαγορευθεί - είναι τόσο σημαντική που δεν μπορεί να περιορισθεί με κανένα τρόπο, ακόμη και για ένα δικηγόρο, στο μέτρο που το εν λόγω πρόσωπο δεν διαπράττει το ίδιο μεμπτές πράξεις υπό αυτή την περίσταση».
8. Η ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΘΑΝΑΣΙΜΟ ΤΡΑΥΜΑΤΙΣΜΟ ΑΠΟ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΥΣ
To δικαίωμα στη ζωή, όπως αυτό προστατεύεται με το άρθρο 2 παρ. 1 της κυρωθείσης με το ν. δ/γμα 53/1974 (Α 256) Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), σύμφωνα με το οποίο «το δικαίωμα εκάστου προσώπου εις την ζωήν προστατεύεται υπό του νόμου», με το άρθρο 6 παρ. 1 του κυρωθέντος με το ν. 2462/1997 (Α 25) Διεθνούς Συμφώνου για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα, του Προαιρετικού Πρωτοκόλλου στο Διεθνές Σύμφωνο για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα και του Δευτέρου Προαιρετικού Πρωτοκόλλου στο Διεθνές Σύμφωνο για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα σχετικού με την κατάργηση της ποινής του θανάτου, σύμφωνα με το οποίο «Το δικαίωμα στη ζωή είναι εγγενές στον άνθρωπο. Το δικαίωμα αυτό πρέπει να προστατεύεται από το νόμο».
8.1.-Στην απόφαση 320/2022 του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών την υπόθεση αποζημίωσης της οικογένειας του άτυχου 11χρονου Μ Σ που έχασε τη ζωή του από αδέσποτη σφαίρα ενώ βρισκόταν στο προαύλιο του σχολείου στις 8 Ιουνίου του 2017. Κρίθηκε ότι η παράλειψη μέτρων προστασίας από τα αστυνομικά όργανα και την λήψη προληπτικών μέτρων για τον έλεγχο της εγκληματικότητάς στοιχειοθετείται, εν προκειμένω, ευθύνη του Ελληνικού Δημοσίου, κατά το άρθρο 105 ΕισΝΑΚ βλ ΣΚΈΨΗ 10. «…Επειδή, με δεδομένα τα ανωτέρω εκτεθέντα, το Δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη ότι το ένδικο τραγικό συμβάν συνέβη κατά τη διάρκεια σχολικής εκδήλωσης στο 6ο Δημοτικό σχολείο, το οποίο βρίσκεται σε περιοχή αυξημένης επικινδυνότητας, γεγονός που δεν αμφισβητείται από το εκκαλούν, αφού γειτνιάζει με τις δυο χαρτογραφημένες ως πλέον επικίνδυνες περιοχές του Δήμου Αχαρνών, η εγκληματικότητα των οποίων μάλιστα εκφεύγει των ορίων τους (βλ. σχετικώς την αναφερόμενη στη Δ.Ε. Αχαρνών περιγραφή της κατάστασης, στα προαναφερθέντα επιχειρησιακά σχέδια της αστυνομίας), κρίνει ότι το εναγόμενο παρέλειψε να λάβει, δια των αστυνομικών οργάνων του, τα προσήκοντα αποτελεσματικά μέτρα προστασίας της περιοχής, όπου βρισκόταν το σχολικό συγκρότημα. Ειδικότερα, τα αστυνομικά όργανα παρέλειψαν ή σε κάθε περίπτωση, δεν εφάρμοσαν ορθά και αποτελεσματικά, τα προληπτικά μέτρα για τον έλεγχο της εγκληματικότητας της περιοχής, που είχαν εκπονηθεί με τους ανωτέρω Επιχειρησιακούς Σχεδιασμούς με σκοπό να αποθαρρύνουν την εκδήλωση εγκληματικών ενεργειών, μεταξύ των οποίων και την παράνομη και άσκοπη χρήση όπλων. Ήτοι, να διαθέσουν ικανό αριθμό αστυνομικών μονάδων κατάλληλα εκπαιδευμένων σε ενισχυμένες εποχούμενες και πεζές περιπολίες καθόλη τη διάρκεια του 24ώρου, με εντατικοποίηση κατά τη διάρκεια των νυχτερινών ωρών, και ειδικότερα πλησίον σχολικών μονάδων, ενόψει και του γεγονότος ότι υπήρχαν ήδη σχετικά εγκληματικά περιστατικά από αδέσποτες βολίδες, ώστε να είναι πρόσφορα και ικανά να αποτρέψουν ένα ακόμα εγκληματικό περιστατικό. Τα μέτρα που λήφθηκαν, κατά του ισχυρισμούς του εκκαλούντος, αποδείχθηκαν ανεπαρκή. Περαιτέρω, η ανωτέρω παράλειψη εντός και περιμετρικά των Τομέων αυξημένης εγκληματικότητας Α΄ και Β΄, συνδέεται αιτιωδώς με το ένδικο συμβάν, καθόσον η αστυνόμευση και φύλαξη της περιοχής θα ήταν ικανή και πρόσφορη, κατά τα δεδομένα της κοινής πείρας και τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, να αποθαρρύνει την εκδήλωση εγκληματικών ενεργειών, μεταξύ των οποίων και την παράνομη και άσκοπη χρήση όπλων, πλησίον των σχολείων της επίμαχης περιοχής, και επομένως να αποτρέψει το ένδικο τραγικό συμβάν. Ο ισχυρισμός του εκκαλούντος Δημοσίου, ότι δεν συντρέχει η παρανομία την οποία δέχθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, καθόσον τα αστυνομικά όργανα, έλαβαν στο πλαίσιο της διακριτικής τους ευχέρειας, τα ενδεδειγμένα, κατά την κρίση τους, μέτρα προς αντιμετώπιση των εγκληματικών περιστατικών της περιοχής, χωρίς να αποδεικνύεται ότι έκαναν κακή χρήσης της ευχέρειας αυτής, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Και τούτο διότι, η αναγκαιότητα λήψης αστυνομικών μέτρων πρόσφορων και αποτελεσματικών για την προστασία της περιοχής αυτής και ειδικά των σχολικών συγκροτημάτων, που, όπως είναι κοινώς γνωστό, αποτελούν χώρο συγκέντρωσης ατόμων με παραβατική συμπεριφορά ( όπως διάθεση ναρκωτικών ουσιών, επίλυση θεμάτων «αντίπαλων ομάδων»), ενόψει της ύπαρξης παρόμοιων βίαιων περιστατικών στο πρόσφατο παρελθόν, της ανθεκτικότητας που παρουσίαζε η εγκληματικότητα τα τελευταία χρόνια παρά τα εκπονηθέντα επιχειρησιακά μέτρα, αλλά και το φαινόμενο της ευρείας κατοχής και χρήσης όπλων στην περιοχή, είναι προφανής, καθιστώντας παράνομη την παράλειψη λήψης αυτών, ως τελούμενη καθ’ υπέρβαση της διακριτικής ευχέρειας που παρέχεται στην αστυνομία προς επιλογή των εκάστοτε ενδεικνυόμενων μέτρων αστυνόμευσης. Περαιτέρω, οι ισχυρισμοί περί έλλειψης αιτιώδους συνδέσμου, ανωτέρας βίας, μεσολάβησης αναπότρεπτης ενέργειας τρίτου και θεμελίωσης ευθύνης εκ του αποτελέσματος τυγχάνουν ομοίως απορριπτέοι, ενόψει όλων των ανωτέρω. Εξάλλου, και τα λοιπά περιστατικά εγκληματικότητας, αποδεικνύουν έλλειψη κατάλληλου σχεδιασμού και πλημμελή άσκηση των καθηκόντων των οργάνων της Ελληνικής Αστυνομίας και όχι τη συνδρομή τυχαίου γεγονότος ή γεγονότος που οφείλεται σε ανώτερη βία. Η πλημμελής αυτή άσκηση των καθηκόντων των αστυνομικών οργάνων οδήγησε ευθέως και αμέσως στο ένδικο γεγονός και συνεπώς τελεί σε αιτιώδη συνάφεια προς το τραγικό συμβάν. Συνεπώς, ενόψει όλων των ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει ότι στοιχειοθετείται, εν προκειμένω, ευθύνη του Ελληνικού Δημοσίου, κατά το άρθρο 105 ΕισΝΑΚ, όπως ορθά, αν και με άλλη αιτιολογία, έκρινε το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλούμενη απόφαση, απορριπτόμενων ως αβάσιμων, όλων των περί του αντιθέτου λόγων του εκκαλούντος….»
Θεωρώ άξιο επισήμανσης ,ότι στο πλαίσιο της «υπερασπιστικής του γραμμής» το ΝΣΚ ισχυρίστηκε ότι η αγωγή πρέπει να απορριφθεί μεταξύ άλλων γιατί : «εσφαλμένως το πρωτοβάθμιο δικαστήριο δε στάθμισε 1) ότι ο θανάσιμος τραυματισμός του ΜΣ δεν προκλήθηκε από ενέργεια οργάνου του ελληνικού Δημοσίου 2) το γεγονός ότι δεν έλαβαν εν προκειμένω χώρα παράνομες πράξεις ή παραλείψεις των αστυνομικών οργάνων 3) ο σκοπός της χρηματικής ικανοποίησης είναι ηθική παρηγοριά και η ψυχική ανακούφιση και όχι η αποζημίωση του παθόντος και πολύ περισσότερο ο πλουτισμός του και 4) την παγκοσμίως γνωστή δριμεία δημοσιονομική κρίση της χώρας που διαμορφώνει το γενικότερο οικονομικό και κοινωνικό περιβάλλον και η οποία επιδρά αναπόφευκτα στο ποσό που κατ’ εύλογη κρίση απαιτείται για την ηθική παρηγοριά και ψυχική άνω ανακούφιση του ζημιωθέντος προσώπου, αφού το πρόσωπο αυτό εντάσσεται στο συγκεκριμένο ως άνω περιβάλλον».
8.2 Στην απόφαση ΤρΔΕφΑθηνών 3527-3528/2020 που αφορά επιδίκαση αποζημιώσεως ΑΠΟ θανάσιμο τραυματισμό αμέτοχου πολίτη που επήλθε από πυροβολισμούς αστυνομικού οργάνου κατά τη διάρκεια συμπλοκής. Κρίθηκε ότι προήλθε από αποκλειστική υπαιτιότητα του αστυνομικού οργάνου το ζημιογόνο γεγονός και ότι υφίσταται ευθύνη του Ελληνικού Δημοσίου λόγω παράνομης πράξης του αστυνομικού οργάνου «(ανταπόδοση πυροβολισμών)» «…διότι θα μπορούσε να αποτραπεί, αν ο αστυνομικός επεδείκνυε επιμέλεια και σύνεση…» «…ανεξαρτήτως του αν τα αστυνομικά όργανα ενήργησαν, προκειμένου να αντιμετωπίσουν την προβαλλόμενη από μέρους των κακοποιών αντίσταση, μέσα στα όρια της νόμιμης διοικητικής δράσης τους, δηλαδή της διαφύλαξης της κοινωνικής γαλήνης και της προστασίας των πολιτών, εν προκειμένω έλαβε χώρα παράνομη πράξη του προαναφερομένου αστυνομικού οργάνου, η οποία είχε ως αποτέλεσμα το θανάσιμο τραυματισμό του και, ως εκ τούτου, στοιχειοθετείται ευθύνη του Ελληνικού Δημοσίου, κατ' άρθρο 105 του Εισ.Ν.Α.Κ.»
Με την απόφαση ΤρΔΠρΠειρ 1031/2009 έγινε δεκτή εν μέρει αγωγή αστυνομικού της ΕΛ.ΑΣ. και αναγνωρίστηκε η υποχρέωση του Ελληνικού Δημοσίου να του καταβάλει, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής, ως χρηματική ικανοποίηση κατ' άρθρο 105 Εισ.Ν.Α.Κ., το ποσό των*για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υπέστη εξαιτίας τραυματισμού του, ο οποίος επήλθε από παράνομες πράξεις και παραλείψεις των οργάνων του Δημοσίου που έλαβαν χώρα κατά την αστυνομική επιχείρηση καταδίωξης «…αποτελούσε παραβίαση του γενικότερου υπηρεσιακού καθήκοντος των αστυνομικών οργάνων να διαφυλάττουν, κατά την εκτέλεση της ανατιθέμενης υπηρεσίας τους, τα υπέρτερης αξίας συνταγματικά κατοχυρωμένα δικαιώματα της ζωής και της σωματικής ακεραιότητας των πολιτών και των λοιπών αστυνομικών οργάνων..»
8.3.-Στην απόφαση 2951/2020 του ΣτΕ κρίθηκε ότι «…το επελθόν ζημιογόνο αποτέλεσμα, δηλαδή ο θανάσιμος τραυματισμός του Κ Β, συνδέεται αιτιωδώς με τις ως άνω παράνομες παραλείψεις των ανωτέρω οργάνων του Δημοσίου, οι οποίες γεννούν ευθύνη του προς αποζημίωση σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 105 του Εισ.Ν.Α.Κ…» Σαν παράνομες παραλείψεις δέχθηκε τα εξής: « α) O αναπληρωτής Διοικητής του Τ.Μ.Δ. * παρόλο που είχε ενημερωθεί για την επικινδυνότητα του κρατούμενου * από τους αρμόδιους υπαλλήλους των Φυλακών Κέρκυρας, καθόσον στην εξωτερική πλευρά του φακέλου που τον συνόδευε είχε αναγραφεί η ένδειξη «προσοχή λίαν επικίνδυνος – ύποπτος απόδρασης» με τη λέξη «λίαν» να έχει συμπληρωθεί χειρόγραφα από τον αρμόδιο υπάλληλο (γραμματέα) των Φυλακών Κέρκυρας και να έχει υπογραμμισθεί δύο φορές από τον ίδιο, δεν ενήργησε σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 23 και 144 παρ. 9 και 10 του π.δ. 141/1991, δηλαδή δεν έλαβε τα ανάλογα με τον απειλούμενο κίνδυνο μέτρα και συγκεκριμένα δεν διέθεσε δύο συνοδούς αστυνομικούς για τη μεταγωγή των ανωτέρω κρατουμένων, δεν εφοδίασε τον αρχιφύλακα ΚΒ με αλεξίσφαιρο γιλέκο, ούτε έλαβε πρόσθετα μέτρα λόγω της επικινδυνότητας του κρατούμενου *, όπως π.χ. να εφοδιάσει τους συνοδούς με πρόσθετο οπλισμό και β) ο ανθυπαστυνόμος, ο οποίος στις 30.12.2005 εκτελούσε χρέη αξιωματικού υπηρεσίας στο Τ.Μ.Δ. *, δεν επιβεβαίωσε, όπως όφειλε, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 60 παρ. 3 του π.δ. 141/1991, ότι ο αριθμός των συνοδών ήταν κανονικός, δηλαδή ο προβλεπόμενος από τον νόμο, δεδομένης της επικινδυνότητας του κρατούμενου *, καθώς και το αν είχαν ληφθεί όλα τα απαιτούμενα για τη συγκεκριμένη περίπτωση πρόσθετα μέτρα ασφαλείας, ούτε έλαβε οποιοδήποτε μέτρο για την πρόληψη της αποδράσεως των μεταγομένων..»
Στην 948/2020 Απόφαση του ΣτΕ κρίθηκε ότι ο τραυματισμός του αστυνομικού οφειλόταν σε παραλείψεις του Διοικητή ΙΛ κατά τον σχεδιασμό της επιχείρησης, οι οποίες τελούσαν σε αιτιώδη σύνδεσμο με την επελθούσα ζημία.
ΙΙΙ.ΕΠΙΛΟΓΟΣ:
Στο Κατά την έννοια της διατάξεως άρθρου 105 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα, ευθύνη προς αποζημίωση γεννάται όχι μόνο από την έκδοση μη νόμιμης εκτελεστής διοικητικής πράξεως ή από τη μη νόμιμη παράλειψη εκδόσεως εκτελεστής διοικητικής πράξεως, αλλά και από υλικές ενέργειες των οργάνων των δημοσίων υπηρεσιών, στις περιπτώσεις βεβαίως που οι υλικές αυτές ενέργειες απορρέουν από την οργάνωση και λειτουργία των υπηρεσιών αυτών, όχι δε και όταν συνάπτονται με την ιδιωτική διαχείριση του Δημοσίου ή οφείλονται σε προσωπικό πταίσμα οργάνου, που ενήργησε έξω από τον κύκλο των υπηρεσιακών καθηκόντων του (ΣτΕ 842/98, 3045/92 Ολ 2172/2000, 2774/99, 3308/96) Ευθύνη του Δημοσίου συντρέχει, τηρουμένων και των λοιπών προϋποθέσεων του νόμου, όχι μόνον όταν διά σχετικής πράξεως ή παραλείψεως οργάνου της Διοικήσεως παραβιάζεται συγκεκριμένη διάταξη νόμου αλλά και όταν παραλείπονται τα εκ της κειμένης εν γένει νομοθεσίας και κανονισμών αλλά και τα κατά τα δεδομένα της κοινής πείρας και τις αρχές της καλής πίστεως προσιδιάζοντα σε συγκεκριμένη υπηρεσία ιδιαίτερα καθήκοντα και υποχρεώσεις (πρβλ. ΣτΕ 4776, 347/97). Απαραίτητη, πάντως, προϋπόθεση για την επιδίκαση αποζημίωσης είναι, μεταξύ άλλων, η ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της παράνομης πράξης ή παράλειψης ή υλικής ενέργειας ή παράλειψης υλικής ενέργειας του δημοσίου οργάνου και της ζημίας που επήλθε. Αιτιώδης δε σύνδεσμος υπάρχει όταν, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, η πράξη ή παράλειψη ή υλική ενέργεια ή παράλειψη αυτής εκ μέρους του οργάνου του Δημοσίου είναι επαρκώς ικανή (πρόσφορη) και μπορεί αντικειμενικά κατά τη συνήθη και κανονική πορεία των πραγμάτων και χωρίς τη μεσολάβηση άλλου περιστατικού να επιφέρει την ζημία και την επέφερε στη συγκεκριμένη περίπτωση (Σ.τ.Ε. 4410/2015, 2271/2013 7μ, 877/2013 7μ, 473/2011, 322/2009 7μ, 1002/2008, 334/2008 7μ, πρβ. Α.Π. 425/2006, 394/2002).

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Αίτηση για δίκαιη ικανοποίηση

  Αίτηση για δίκαιη ικανοποίηση λόγω υπέρβασης της εύλογης διάρκειας της δίκης ( αρθρ. 53 έως 58 του ν. 4055/2012 ) 19/10/2017 ΔΕΑ αριθ.αποφ. 4/2017 Το χρονικό διάστημα κατά το οποίο το ένδικο βοήθημα της έφεσης κατά οριστικής απόφασης μονομελούς πρωτοδικείου, παρέμεινε  εκκρεμές στο τριμελές διοικητικό πρωτοδικείο, ενώπιον του οποίου είχε ασκηθεί, πριν παραπεμφθεί στο ανώτερο δικαστήριο λόγω αρμοδιότητας, εντάσσεται στο δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας.

ΤΟ ΝΕΟ ΒΙΒΛΙΟ ΑΣΤΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ

ΤΟ ΝΕΟ ΒΙΒΛΙΟ ΑΣΤΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ  Β ΕΚΔΟΣΗ ΑΝΑΝΕΩΝΕΝΗ ΠΛΗΡΩΣ  Σκοπός του βιβλίου είναι να  ενημερώσει  για το ζήτημα της αστικής ευθύνης του Δημοσίου, με ενδεικτικά παραδείγματα της νομολογιακής περιπτωσιολογίας που κρίθηκαν ως βάση της ευθύνης του Δημοσίου από την ελληνική και ενωσιακή νομολογία, σε πολλούς τομείς της κρατικής λειτουργίας.   Συγκεκριμένα εξετάζονται:   - η αντίθετη προς το Σύνταγμα νομοθέτηση, η παράλειψη άσκησης κανονιστικής αρμοδιότητος, η έκδοση μη νόμιμης εκτελεστής διοικητικής πράξεως, η πλημμελής εκτέλεση ή παράλειψη καθηκόντων, η κακή μοριοδότηση, τα αυθαίρετα ακίνητα, η παράλειψη ελέγχων   - η αστική ευθύνη του Δημοσίου από νόμιμες πράξεις των οργάνων του Δημοσίου, όπως η βλάβη στην υγεία από εμβολιασμό και οι θεμιτοί περιορισμοί στην ιδιοκτησία λόγω απαλλοτρίωσης   - η ευθύνη αποζημίωσης του Δημοσίου από έλλειψη προστασίας της ζωής και περιουσίας των πολιτών από βίαια επεισόδια ή από έλλειψη αναγκαίων αστυνομικών μέτρων προστασίας   - οι ευθύνες αποζ

Αστική ευθύνη του Ελληνικού Δημοσίου λόγω πλημμυρικού φαινομένου Μάνδρα Αττικής

  Αστική ευθύνη του Ελληνικού Δημοσίου λόγω πλημμυρικού φαινομένου στην ευρύτερη περιοχή της Μάνδρας Αττικής στις 15.11.2017 21/11/2023 Πρόεδρος: Ελένη Αγγέλη, Πρόεδρος Πρωτοδικών Δ.Δ. Εισηγητής: Ερατώ Ρεσσοπούλου, Πάρεδρος Πρωτοδικών Δ.Δ. (κατά το χρόνο συζήτησης της υπόθεσης) Έλλειψη παθητικής νομιμοποίησης του εναγόμενου Δήμου διότι δεν αποδίδονται στα όργανά του συγκεκριμένες παράνομες πράξεις ή παραλείψεις στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους – Κρίση ότι, εφόσον ο θάνατος του συγγενούς των εναγόντων έλαβε χώρα στο ορεινό τμήμα του χειμάρρου Σούρες και συγκεκριμένα στο ύψος του 33ου χιλιόμετρου της Π.Ε.Ο.Ε.Θ., δεν στοιχειοθετείται αποζημιωτική ευθύνη των εναγομένων, κατ’ άρθρα 105 και 106 του Εισ.Ν.Α.Κ., από την καθυστέρηση ολοκλήρωσης των αντιπλημμυρικών έργων στην περιοχή, προεχόντως, ελλείψει αιτιώδους συνδέσμου με τον θάνατό του. Περαιτέρω, δεν στοιχειοθετείται, εν προκειμένω, παρανομία της εναγομένης Περιφέρειας Αττικής, τα αρμόδια όργανα της οποίας πραγματοποιούσαν αστυνόμ